Η Σκιάθος πόσο έχει ανάγκη τους tour – operators;

Τα τουριστικά γραφεία έχουν σαφώς κυρίαρχο ρόλο στην τουριστική μας οικονομία και διαχείριση. Άραγε όμως βοηθούν ή πλήττουν τον υγιή ανταγωνισμό στον τουρισμό της Σκιάθου;
Με βεβαιότητα τα τουριστικά γραφεία είναι «πηγή» τουρισμού, ειδικά όταν αναφέρεται κανείς σε παραδοσιακές χώρες, όπως Αγγλία, Γερμανία ή και νεότερες τουριστικές δυνάμεις, όπως Ιαπωνία, Κίνα, Ινδία.
Είναι όμως φορές που, κάποια από αυτά, χρησιμοποιούν για τους σκοπούς τους ακόμα κι αθέμιτες ή κι ανάρμοστες πρακτικές. Ισοπεδώνουν τις τιμές στο τουριστικό μας προϊόν, ρίχνουν ακόμα και κάτω απ’ τα φυσιολογικά όρια το κόστος παραγωγής του στοχεύοντας σε οικονομική μεγέθυνση (ποσοτική αλλαγή), ενώ η αγορά – η Σκιάθος – πλέον χρειάζεται οικονομική ανάπτυξη (ποιοτική αλλαγή).

Στην παρούσα φάση οι Tour-Operators καθορίζουν τους όρους του παιχνιδιού, άλλοτε δίνοντας ώθηση σε επιχειρήσεις και οικονομίες, κι άλλοτε πιέζοντας όσους δρουν στον τουρισμό ενός προορισμού, για να μπορούν να αγοράζουν το τουριστικό προϊόν του συνεχώς φθηνότερα.
Καταγράφονται έτσι πολύ θετικά παραδείγματα, όπου ακίνητα χωρίς προηγούμενη εμπορική χρήση κι αξία αποκτούν εξαιτίας σοβαρών τουριστικών γραφείων μια στιβαρή επιχειρησιακή δυναμική και οι ιδιοκτήτες τους μετατρέπονται σε εύρωστους επιχειρηματίες.
Παρατηρούνται όμως και περιπτώσεις εκμετάλλευσης, όπου για παράδειγμα τα έσοδα ενός δωματίου στις Πλάκες μοιράζονται άνισα ανάμεσα στο τουριστικό πρακτορείο και στον νοικοκύρη ή το εισιτήριο ενός τουριστικού πλοιαρίου στο Παλιό Λιμάνι που εισπράττεται από μισό ανάμεσα στον ξεναγό και στον καπετάνιο.
Το καίριο ζήτημα είναι ότι οι Tour-Operators επιδιώκουν σταθερά να αυξάνουν τον αριθμό των τουριστών προς ένα προορισμό. Το στοιχείο αυτό, έως το οριακό του σημείο, λειτουργεί ιδιαίτερα θετικά και αναπτύσσει τουριστικούς τόπους. Ξεπερνώντας όμως το οριακό σημείο αναδύεται το παράδοξο φαινόμενο της μείωσης των εσόδων για τους επιχειρηματίες, παρά την αύξηση της τουριστικής ζήτησης, η οποία κανονικά θα έπρεπε να ανεβάσει τις τιμές του τουριστικού προϊόντος.
Με λίγα λόγια οι μέθοδοι των Tour-Operators διαμορφώνουν αρχικά μια θετική δυναμική κατάσταση κι έπειτα αδιαφορούν για την προσφερόμενη ποιότητα στο τουριστικό προϊόν. Αυτό, σε συνδυασμό με τη διαχρονικά απαθή στάση των τοπικών Δημοτικών Αρχών, διαμορφώνει μια κατάσταση που χρειάζεται μεγάλη προσοχή από τους επιχειρηματίες.
Στην εξέλιξη αυτή, οι τιμές του τουριστικού προϊόντος της Σκιάθου υπονομεύονται, εμποδίζεται η ορθή τουριστική ανάπτυξη, ενώ εκτοπίζεται όποιο είδος τουρισμού ή επιχείρηση που δεν ελέγχεται από κάποια τουριστικά γραφεία και δεν ακολουθεί συγκεκριμένα στρατηγικά σχέδια και οικονομικά συμφέροντα, δημιουργώντας φαινόμενο herding (κοπαδοποίηση) της αγοράς και αφαιρώντας κάθε στρατηγική μοναδικότητα.
Κι έτσι, με μια φράση, μετατρέπεται ο τουρισμός της Σκιάθου σε μονοκαλλιέργεια.
Το πρώτο ερώτημα τώρα είναι αν έχουμε εμείς ευθύνη;

Φυσικά έχουμε και πρωταρχικά απαιτείται κατανόηση της κατάστασης και του δικού μας ρόλου. Σήμερα όλοι διαλέγουμε το εύκολο, όλοι επιλέγουμε να μην κάνουμε κάτι έξω από τη συνεργασία με τουριστικά γραφεία, λέγοντας ότι αυτό είναι πιο δύσκολο και παραμένουμε έτσι στην εύκολη λύση. Θεωρούμε λοιπόν ότι η αντιπαλότητα είναι ανάμεσα στο δύσκολο και στο εύκολο. Επομένως η κύρια ευθύνη μας είναι ότι θέλουμε την επιτυχία, αλλά δεν θέλουμε να πληρώσουμε αντίτιμο.
Το δεύτερο ερώτημα είναι τι μπορούμε να κάνουμε εμείς οι επιχειρηματίες;
Για αρχή ν’ αναβαθμίσουμε την ποιότητα των αγαθών και υπηρεσιών που προσφέρουμε και να αυξήσουμε τη συμμετοχή της εγχώριας παραγωγής του νησιού στο συνολικό κόστος παραγωγής του τουριστικού προϊόντος μας. Ουσιαστικά έτσι ν’ αυξήσουμε την προστιθέμενη αξία στο προσφερόμενο τουριστικό προϊόν, η οποία θα επιστρέψει στις τσέπες μας και θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική μας θέση. Απαραιτήτως, να επιλέγουμε σωστούς συνεργάτες!
Το τρίτο ερώτημα είναι ποια είναι η θέση του Δήμου Σκιάθου;
Σήμερα ο Δήμος έχει ρόλο σε δύο πράγματα, με πρώτο την κατανομή της δεδομένης αξίας που παράγει η τοπική οικονομία μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων ή επαγγελματικών κατηγοριών και δεύτερο τη δημιουργία νέας αξίας (μεγάλωμα της «πίτας» του τοπικού ΑΕΠ), από την οποία μπορούν όλοι να επωφεληθούν.

Δυστυχώς ο Δήμος μάλλον ενδιαφέρεται περισσότερο για την αναδιανομή του υφιστάμενου πλούτου και λιγότερο για τη δημιουργία νέου πλούτου/αξίας. Όμως κανένας τόπος που ενδιαφέρεται μόνο για την κατανομή του υφιστάμενου πλούτου δεν μπορεί να ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία.
Ουσιαστικά η θέση του Δήμου είναι ουδέτερη και άβουλη σε σχέση με το μέλλον των επιχειρηματιών. Αυτό επιβάλλεται ν’ αλλάξει ριζικά και άμεσα. Ο Δήμος Σκιάθου, οφείλει να εμφυσήσει μια αίσθηση κατεύθυνσης και σκοπού, να σχεδιάζει εκείνες τις τουριστικές πολιτικές και στρατηγικές που θα υπενθυμίζουν συνεχώς το ΠΟΎ θέλουμε να βρεθούμε στο μέλλον, να υποστηρίζει τα μέσα που επιλέγουν οι επιχειρήσεις για να πετύχουν τους στόχους τους, να φροντίζει να υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι για την επίτευξή τους και να ενισχύει τις δημόσιες υποδομές (νερό, αποχέτευση, συγκοινωνίες κ.λπ.).
Το τέταρτο και τελευταίο ερώτημα είναι τι χρειάζεται για να γίνουν όλα αυτά;
Χρειάζεται υπομονή, σκληρή δουλειά και πάνω απ’ όλα, αφοσίωση. Σε καμία περίπτωση φυσικά δεν υποτίθεται ότι θα είναι εύκολο. Δεν θα πρέπει να θέλουμε κι εμείς οι ίδιοι να είναι εύκολο, γιατί τότε σίγουρα θα το δούμε να γίνεται απ’ όλους. Αυτό που θα δημιουργήσουμε πρέπει να θέλουμε να είναι δύσκολο, ώστε να μην μπορεί κανείς να το αντιγράψει. Έτσι μόνο θα έχει τέτοια αξία, έτσι μόνο θα μπορούμε κι εμείς οι ίδιοι να το εκτιμήσουμε, έτσι θα οδηγήσει τελικά σε βαθμιαία απεξάρτηση των τουριστικών επιχειρήσεων από τους Tour-Operators και στη βελτίωση των οικονομικών ΟΛΩΝ μας.