Όλοι σχεδόν πια πιστεύω, ότι γνωρίζουν πως εγκατέλειψα την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την πολιτική, για χάρη της «δημοσιότητας» και την αγάπη του ραδιοφώνου και του δημόσιου λόγου.
Παράδοξο φυσικά στις μέρες μας, μιας και κατά πάγια τακτική και συνήθεια, οι περισσότεροι χρησιμοποιούν τις δημοσιογραφικές θέσεις ή τα μικρόφωνα σε ραδιοφωνικούς σταθμούς και τις κάμερες και τα φώτα της τηλεόρασης, προκειμένου να γίνουν γνωστοί, ώστε να μπουν στην πολιτική, με αξιώσεις.
Ξεκίνησα μαζί με τον καλό φίλο Χρήστο Τσιότρα και ιδιοκτήτη του Avanti Radio 98,3 μια νέα προσπάθεια, μέσα από μια καθημερινή εκπομπή στον αέρα των FM και στις πρώτες αυτές ημέρες, πραγματικά, τα δείγματα και τα μηνύματα που παίρνω είναι πάνω από ενθαρρυντικά.
Στις πρώτες αυτές εκπομπές, περισσότερο στείλαμε ένα «τόνο», για το πώς θα είναι η εκπομπή, η μουσική της, η σειρά της, ο τρόπος που θα γίνεται και σε ποιους απευθύνεται.
Η επικαιρότητα είναι λοιπόν, κομμάτι της ζωής μας, επηρεάζει την καθημερινότητά μας και το μέλλον μας, άμεσο και απώτερο. Αυτή που ήδη μπήκε σε ρυθμούς εκλογών, για την τοπική αυτοδιοίκηση α` και β` βαθμού, αλλά και για την Ευρωπαϊκή μας εκπροσώπηση κι έτσι, θα βάλει και την εκπομπή μας από την ερχόμενη εβδομάδα στην πορεία αυτή, με συζητήσεις, συνεντεύξεις, κριτική και πάνω απ’ όλα με στόχο να βοηθήσει εμάς όλους τους ταπεινούς -πλην όμως ισχυρούς δια της ψήφου- πολίτες, να βρούμε τον εκλεκτό της κάλπης μας.
Ο καθένας και η καθεμιά θα ψάξει να βρει στο μυαλό του διάφορα στοιχεία, λόγους για να οδηγήσει πρώτα-πρώτα το χέρι του να βάλει τον πολυπόθητο σταυρό σε κάποιο όνομα κι ύστερα, θα προσπαθήσει ίσως να βρει και «συνένοχους», πείθοντας μερικούς συγγενείς, φίλους, ώστε να μοιραστούν μαζί του την αλήθεια που ανακάλυψε.
Δεν αναφέρω τυχαία τη λέξη «συνένοχους», αφού άλλωστε όλοι, από την επόμενη κιόλας μέρα κάθε εκλογικής αναμέτρησης, παραδοσιακά η πρώτη σκέψη που κάνουμε είναι: «ρε μήπως έκανα λάθος;» φτάνοντας αργότερα και ώριμα πια στο «δεν μου κοβόταν το χέρι;».
Αυτή είναι η πιο μεγάλη αλήθεια στην «Ελλάς του 2000» του Στέλιου Καζαντζίδη και στη «Δυστυχία σου Ελλάς» του Γ. Σουρή του 19ου αιώνα, με το αμίμητο «Ποιος είδε κράτος λιγοστό σ’ όλη τη γη μοναδικό, εκατό να εξοδεύει και πενήντα να μαζεύει; Να τρέφει όλους τους αργούς, νά ‘χει επτά Πρωθυπουργούς, ταμείο δίχως χρήματα και δόξης τόσα μνήματα;», διότι, τελικά, εκεί βρισκόμαστε ακόμα νοερά, στα μνήματα και στη δόξα των προγόνων μας, μιας και τα δικά μας επιτεύγματα, μάλλον δεν τα λες και καλά.
Στη Σκιάθο λοιπόν, στη Σκόπελο, στην Αλόννησο, έχουμε έναν δικό μας τρόπο, όπως κι άλλα μέρη έχουν, να πορευόμαστε προς το μέλλον, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες, με τα «χούγια» μας και κάπου τελευταίες βάζουμε και τις ανάγκες του τόπου, τις μακροπρόθεσμες σκέψεις μας για το μέλλον μιας άγνωστης τριτοτέταρτης γενιάς που θα έρθει, όταν εμείς θα είμαστε πνεύματα, αστρική σκόνη ή, αισίως, τέφρα.
Για να επανέρθουμε στα εγκόσμια και πολιτικά, ας ξεκινήσουμε από την ανιαρή -πλην απαραίτητη- νομοθεσία, με το αρχαιοπρεπές και ένδοξο όνομα «Κλεισθένης». Απελευθερωμένος πλέον οριστικά από το βάρος της εμπλοκής μου στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και μιλώντας με αρκετούς από τους φερέλπιδες υποψηφίους, τις τελευταίες ημέρες διαπιστώνω, ότι μάλλον σκοτάδι επικρατεί, σε σχέση με το πώς θα εκλεγεί το σώμα των Δημοτικών Συμβούλων και το πώς θα κληθεί αυτό να διοικήσει τους τόπους, για τα επόμενα χρόνια.
Οι περισσότεροι μιλούν για τον επικεφαλής του συνδυασμού, για το δικό τους όραμα και τις ανάγκες που υπάρχουν, αλλά φοβάμαι, ότι λίγοι έχουν αναλύσει το πώς αυτά όλα στη βάση της νέας νομοθεσίας μπορούν να λειτουργήσουν και να εφαρμοστούν.
Δεν θα αρχίσω τώρα να γράφω αναλύσεις με άρθρα και παραγράφους του νόμου, θα γίνει κι αυτό πολύ σύντομα, ακόμη κι από το ραδιόφωνο, με ειδικούς και με επιστήμονες του χώρου, ώστε να βοηθήσουμε όσο μπορούμε. Τώρα απλώς θα επισημάνω, το πόσο περισσότερο απαιτούνται δύο βασικά στοιχεία, σε σχέση με την προηγούμενη νομική κατάσταση, που είχε κι εκείνη υπερήφανο όνομα, «Καλλικράτης».
Το πρώτο είναι οι συνεργασίες των Μειοψηφιών, καθώς θα είναι μάλλον δύσκολο, στο γενικό σύνολο της χώρας, να υπάρξει εκλογή ενός συνδυασμού από την πρώτη Κυριακή, με απόλυτη πλειοψηφία. Επομένως, αρχικά οι υποψήφιοι Δημοτικοί Σύμβουλοι, καλό είναι να βλέπουν τους «αντιπάλους» τους, ως αυριανούς «κάτσε δίπλα να τα πούμε μαζί καλύτερα…»
Το δεύτερο είναι οι υποψήφιοι Δήμαρχοι να αναπτύξουν έντονα και τρέχοντας το στοιχείο της Πολιτικής, το οποίο (ας με ακούσουν) θα τους φανεί πιο αναγκαίο από τις διοικητικές τους ικανότητες και δεξιότητες, για να μπορέσουν να «κουλαντρίσουν» πρώτα τους λίγους «δικούς τους», που ειδικά αν είναι νέοι και «άψητοι» θα κοιτάζουν τα ταβάνια και κυρίως όμως, τους «χαμένους», που θα κερδίσουν περισσότερα από τη διαπραγμάτευση για να μπουν στην «κυβέρνηση», απαιτώντας και πετώντας έξω από κομβικές θέσεις τους ανθρώπους του Δημάρχου.
Έρχεται λοιπόν η ώρα των Δημάρχων-Πολιτικών, των πανίσχυρων Αντιδημάρχων και των Δημοτικών «μειονοτήτων»…
(ΛΒ)